THOUSANDS OF FREE BLOGGER TEMPLATES »


Τετάρτη 26 Σεπτεμβρίου 2007

Μονόγραμμα

Το λουλούδι αυτό της καταιγίδας και, μ'ακούς
Της αγάπης
Μια για πάντα το κόψαμε
Και δεν γίνεται ν'ανθίσει αλλιώς, μ'ακούς
Σ'άλλη γη, σ'άλλο αστέρι, μ'ακούς
Δεν υπάρχει το χώμα, δεν υπάρχει ο αέρας
Που αγγίξαμε ο ίδιος, μ'ακούς

Και κανείς κηπουρός δεν ευτύχησε σ'άλλους καιρούς

Από τόσον χειμώνα κι από τόσους βοριάδες, μ'ακούς
Να τινάξει λουλούδι, μόνο εμείς, μ'ακούς
Μες στη μέση της θάλασσας
Από μόνο το θέλημα της αγάπης, μ'ακούς
Ανεβάσαμε ολόκληρο νησί, μ'ακούς
Με σπηλιές και με κάβους κι ανθισμένους γκρεμούς
Άκου, άκου
Ποιος μιλάει στα νερά και ποιος κλαίει - ακούς;
Ποιος γυρεύει τον άλλο, ποιος φωνάζει - ακούς;
Ειμ'εγώ που φωνάζω κι ειμ'εγώ που κλαίω, μ'ακούς;
Σ'αγαπώ, σ'αγαπώ, μ'ακούς...



Πέμπτη 20 Σεπτεμβρίου 2007

Παντοτινή λησμονιά...


Σε όλες τις γλώσσες του κόσμου υπάρχει μια παροιμία αντίστοιχη με τη "μάτια που δεν βλέπονται, γρήγορα λησμονιούνται". Να σου πω κάτι όμως, δεν υπάρχει ίχνος αλήθειας στη συγκεκριμένη.

Όσο περισσότερο απομακρύνεσαι από κάποιον, τόσο πιο βαθιά ριζωμένα μέσα σου μένουν όλα τα αισθήματα που προσπαθείς να πνίξεις και να ξεχάσεις. Ακριβώς όπως συμβαίνει στους ανθρώπους που βρίσκονται μακριά από τις ρίζες τους, που θέλουν να κρατήσουν για πάντα στη μνήμη τους ακόμα και την παραμικρή ανάμνηση της πατρίδας.

Έτσι συμβαίνει και με μας. Όταν είμαστε μακριά από πρόσωπα που αγαπούμε και μας λείπουν, όλα στον δρόμο μας θυμίζουν εκείνον/-η, ο καθένας που περνάει δίπλα μας φέρει κάτι από τα μάτια, το χαμόγελο, τα χέρια, το περπάτημα, τη φωνή του/της. Εκείνη τη στιγμή ο χρόνος παγώνει, και στο μυαλό μας παίζει μόνο το αγαπημένο μας τραγούδι, και μεταφερόμαστε νοερά στα μέρη που περπατήσαμε μαζί, γελάσαμε, αγκαλιαστήκαμε, φιληθήκαμε, και αισθανθήκαμε για πρώτη φορά την ανάγκη του ενός για τον άλλον...

Και δεν υπάρχει αμφιβολία ότι όλα τα βιβλία γράφονται, τα τραγούδια δημιουργούνται, οι πίνακες ζωγραφίζονται, επειδή δεν θέλουμε να ξεχάσουμε, και ούτε μπορούμε.


Stone Sour - Through Glass

I'm looking at you through the glass...
Don't know how much time has passed
Oh god it feels like forever
But no one ever tells you that forever
Feels like home sitting all alone inside your head

How do you feel? That is the question
But i forget.. you dont expect and easy answer
When something like a soul becomes
Initialized and folded up like paper dolls and little notes
You cant expect a bit of hope
And while your outside looking in
Describing what you see
Remember what your staring at is me

Cause I'm looking at you through the glass...
Don't know how much time has passed
All i know is that it feels like forever
When no one ever tells you that forever
Feels like home, sitting all alone inside your head

How much is real? So much to question
And never dare make up the mannequins
Contaminating everything
When thought came from the heart
It never did right from the start
Just listen to the noises
(No more sad voices)
Before you tell yourself
Its just a different scene
Remember its just different from what you've seen

Im looking at you through the glass...
Don't know how much time has passed
And all i know is that it feels like forever
When no one ever tells you that forever
Feels like home, sitting all alone inside your head

And its the stars
The stars
That shine for you
And its the stars
The stars
That lie to you..

Κυριακή 16 Σεπτεμβρίου 2007

Wishing on a star?

Το ρολόι στην κουζίνα δείχνει 2 και τέταρτο. Παίρνω ένα ποτήρι και βάζω λίγο νερό. Από το παράθυρο βλέπω να περνάει ένα αυτοκίνητο με τα φώτα στραμμένα προς το μέρος μου, μα δεν είναι αυτά που τραβούν την προσοχή μου. Είναι τα αστέρια! Αχ, πόσο καιρό είχα να δω τ' αστέρια...

Τα φώτα της πόλης λες και σε κλείνουν μέσα σε ένα δικό τους σύμπαν μικρότερο, με ένα μουντό μαύρο πέπλο για ουρανό, που ρουφάει τις σκέψεις και τα όνειρα που κάνεις κοιτάζοντάς τον...


Στην εξοχή όμως τα πράγματα είναι εντελώς διαφορετικά. Έχεις αστέρια για ακροατές, χιλιάδες, αμέτρητα, που κάθονται υπομονετικά απέναντί σου και ακούν υπομονετικά την κάθε σου σκέψη, επιθυμία, ανησυχία. Και όλα ζητούν την προσοχή σου, και την έχουν φυσικά. Όταν κοιτάζεις ένα, τα υπόλοιπα τρεμοπαίζουν και λαμπυρίζουν, δηλώνοντας την παρουσία τους, σαν να σου λένε "πόσο χαιρόμαστε που σε βλέπουμε! μας έλειψες τόσο πολύ!". Κι εμένα μου έλειψε η συντροφιά σας μικρά μου!

Θυμάμαι τα καλοκαίρια με την αδερφή μου, διακοπές στο χωριό με τον παππού και τη γιαγιά...Μαζευόμασταν όλοι γύρω από τη φωτιά, τυλιγμένοι με ότι πανωφόρι είχαμε, τεντώναμε πίσω τις πολυθρόνες μας και χαζεύαμε τα αστέρια. Βλέπαμε και το φεγγάρι, που έκανε την εμφάνισή του πίσω από τα έλατα της απέναντι βουνοκορφής, το μεγάλο ποτάμι με αστέρια, τους κάθε λογής δορυφόρους και αεροπλάνα... Μα το αγαπημένο μας ήταν όταν έπεφτε ένα αστέρι. Και βλέπαμε πολλά τέτοια σε ένα βράδυ. Κάθε φορά λοιπόν κάναμε κι από μια ευχή, κάθε φορά με την ίδια χαρά και ευλαβικότητα, και ήταν οι πιο ειλικρινείς ευχές.


Με όλες αυτές τις αναμνήσεις αποφάσισα να κάνω το ίδιο και απόψε. Έτσι, βγήκα στην πίσω βεράντα και, με μια κουβέρτα στην πλάτη μου, κουλουριάστηκα στη μεγάλη ξύλινη πολυθρόνα. Σήκωσα το βλέμμα μου και άρχισα να παρατηρώ με την ίδια έκπληξη όπως τότε τον ουρανό. Ο ουρανός ήταν πεντακάθαρος, και κάθε τι πάνω του τόσο τακτοποιημένα σκορπισμένο. Ήταν μια τόσο ήσυχη βραδιά, που αμέσως η ψυχή μου γαλήνεψε, άδειασε από ότι με απασχολούσε, και για κάμποση ώρα δεν σκεφτόμουν τίποτε παρά την απεραντοσύνη του κόσμου και το μέγεθος του ανθρώπου μέσα σ' αυτό.

Ακριβώς εκείνη τη στιγμή, τη γαλήνη ήρθε να ταράξει ένα μικρό "πεφταστέρι", που μετά βίας κατάφερα να πιάσω με το βλέμμα μου. Χαμογέλασα γλυκά και πήγα στο δωμάτιό μου.

Αυτή τη φορά δεν έκανα ευχή, όχι επειδή δεν πιστεύω στις ευχές. Και αν στ' αλήθεια πραγματοποιηθεί αυτό που ζητούσα, θα ήθελα να το χαρώ σαν κάτι αναπάντεχα ξαφνικό και ευχάριστο....

Το κείμενο αυτό το έγραψα την παρασκευή, 14/09, στο εξοχικό μου

Δευτέρα 10 Σεπτεμβρίου 2007

Όλα ή τίποτα;

Μια μέρα, καθώς περπατούσα στο δρόμο, με σταματάει ένας ηλικιωμένος άντρας. Σκέφτηκα πως ίσως χρειαζόταν βοήθεια να περάσει στο απέναντι πεζοδρόμιο και αμέσως τον ρώτησα. Εκείνος με ευχαρίστησε για την προσφορά, αλλά μου απάντησε πως δεν ήταν αυτός που ζητούσε βοήθεια, αλλά εγώ. Χωρίς να πω τίποτα (είχα εκπλαγεί από την απάντηση που πήρα), ο γέροντας μου εξήγησε πως έχει μια δύναμη, ένα χάρισμα, να βλέπει στα μάτια των άλλων το άμεσο μέλλον τους. Τον ρώτησα λοιπόν τι βλέπει στα δικά μου μάτια. Απάντησε:

"Στο άμεσο μέλλον θα ζήσεις μια ζωή γεμάτη αγάπη, πάθος, ευτυχία, τρυφερότητα, πλάι σε έναν άνθρωπο που θα σε κάνει πραγματικά ευτυχισμένη."

Εγώ, συνεπαρμένη από τα ευχάριστα νέα, ευχαρίστησα τον γέροντα για τα καλά του νέα και συνέχισα το δρόμο μου. Ο γέροντας τότε, με μια ανεξήγητη για την ηλικία του δύναμη, με αρπάζει από το μπράτσο, φανερά ενοχλημένος από την ανυπομονησία μου.

"Νομίζεις πως αυτό είναι όλο; Αν ήταν έτσι, τι νόημα θα είχε να σου τα έλεγα όλα αυτά; Η ιστορία δεν θα έχει αίσιο τέλος, οι δρόμοι σας αργά ή γρήγορα θα χωρίσουν, και δεν θα μπορέσεις να τον έχεις πάλι πίσω, θα πονέσεις, και οι δύο θα πονέσετε, και ο πόνος θα είναι δυνατότερος από την αγάπη που κάποτε σας έδενε."

Ακούγοντας τον γέροντα απελπίστηκα, θύμωσα, σκέφτηκα πως δεν θα'πρεπε να τον είχα αφήσει να μου μιλήσει εξ αρχής. "Θα βάλω τα δυνατά μου να τον κρατήσω κοντά μου", είπα απότομα.

"Μικρή μου, τα χρόνια που κουβαλώ στην πλάτη μου δεν μου επιτρέπουν τόση κακία για τους συνανθρώπους μου. Εξ' άλλου, όπως σου είπα στην αρχή, είμαι εδώ για να σε βοηθήσω. Μέχρι τώρα σου είπα μόνο τα μισά. Άκουσε λοιπόν προσεκτικά. Όλα αυτά θα συμβούν μόνο αν το επιλέξεις εσύ. Η σειρά γεγονότων που θα ακολουθήσουν αν επιβιβαστείς στο λεωφορείο της γραμμής θα σε οδηγήσουν σε αυτόν τον άνθρωπο. Αν όμως συνεχίσεις το δρόμο σου περπατώντας, τίποτα από αυτά δεν θα συμβεί, και τότε να θεωρήσεις ότι η συνάντησή μας δεν έγινε ποτέ. Αυτά είχα να σου πω. Η επιλογή είναι δική σου, και για μια (ίσως και μοναδική) φορά σου δίνεται η ευκαιρία να καθορίσεις εσύ εκ των προτέρων το άμεσο μέλλον σου. Γι' αυτό αξιοποίησε τα λόγια μου με σοφία. Ο χρόνος μου με πιέζει, υπάρχουν κι άλλοι σαν εσένα που χρειάζονται τη συνδρομή μου. "

Και με ένα απαλό φιλί στο μέτωπο, με αποχαιρέτησε και συνέχισε το δρόμο του.

"Ώστε όλα εξαρτώνται από εμένα", είπα χαμηλόφωνα στον εαυτό μου, και το άκουσμα της φωνής μου με έκανε να το συνειδητοποιήσω ακόμα περισσότερο. Στάθηκα λοιπόν στη στάση του λεωφορείου και άρχισα να σκέφτομαι τα λόγια του γέροντα. Η αλήθεια είναι πως αντί να με βοηθήσει, με μπέρδεψε περισσότερο. Προσπαθούσα να φανταστώ τον εαυτό μου και στις δύο περιπτώσεις, αλλά μου ήταν αδύνατο να πάρω μια τελική απόφαση. Και όσο περνούσε η ώρα, ο προβληματισμός μου γινόταν εντονότερος...

Κάποια στιγμή είδα το λεωφορείο να πλησιάζει από μακριά, και τότε με κυρίευσε ο τρόμος. Ήταν τόσο απλό, ή θα έμπαινα στο λεωφορείο ή όχι, γιατί με βασάνιζε τόσο πολύ; Το μυαλό μου είχε κολλήσει σε μια και μόνο σκέψη...

"Τι είναι καλύτερο; Να ζήσεις στιγμές απερίγραπτης ευτυχίας και έρωτα, αλλά και αναπόφευκτα τον πόνο της απουσίας, ή να προστατεύσεις τον εαυτό σου από οποιοδήποτε ακραίο συναίσθημα, παραμένοντας στην ασφάλεια μιας συμβατικής ζωής; Τι πονάει πιο πολύ;" Δεν ξέρω...

Πέμπτη 6 Σεπτεμβρίου 2007

Our bloody fable...


Αυτό είναι ένα γράμμα προς εσένα αγαπημένε μου. Πια να μας χωρίζουν πολλά, ίσως να είναι ακριβώς αυτά που κάποτε μας ένωσαν, μα θα έχεις πάντα ένα κομμάτι από την καρδιά μου, και θα σε ακολουθώ όποιο μονοπάτι κι αν διαβείς, όσο μακρυά από εκεί που φυτρώνουν τα αγριοτριαντάφυλλα κι αν βρεθείς...

Πες μου αλήθεια, ήταν όντως η ανάγκη σου να προστατέψεις την ομορφιά από τη φθορά; Με αποκαλούν "το άγριο τριαντάφυλλο", όμως η ομορφιά που κάποτε θαύμαζες δεν υπάρχει πια, χάνεται, η μορφή μου ξεθωριάζει...

Μόνο μη μου πεις ότι όλα ήταν προσχεδιασμένο παιχνίδι...Όχι, όχι, θυμάμαι το κόκκινο τριαντάφυλλο που μου έδωσες, πώς θα μπορούσες να μου κάνεις όλα αυτά που λένε...

Μου έδειξες τα άγρια τριαντάφυλλα, και ήταν υπέροχα. Με ξάπλωσες στην όχθη του ποταμού και με φίλησες τρυφερά...Η γεύση του φιλιού σου είναι ακόμη στα χείλη μου, αγαπημένε μου, αυτό μου έχει μείνει να σε θυμάμαι...



"Where the Wild Roses grow"...


They call me The Wild Rose
But my name was Elisa Day
Why they call me it I do not know
For my name was Elisa Day

From the first day I saw her I knew she was the one
She stared in my eyes and smiled
For her lips were the colour of the roses
That grew down the river, all bloody and wild

When he knocked on my door and entered the room
My trembling subsided in his sure embrace
He would be my first man, and with a careful hand
He wiped at the tears that ran down my face

On the second day I brought her a flower
She was more beautiful than any woman I'd seen
I said, "Do you know where the wild roses grow
So sweet and scarlet and free?"

On the second day he came with a single red rose
Said: "Will you give me your loss and your sorrow"
I nodded my head, as I lay on the bed
He said, "If I show you the roses, will you follow?"

On the third day he took me to the river
He showed me the roses and we kissed
And the last thing I heard was a muttered word
As he knelt above me with a rock in his fist

On the last day I took her where the wild roses grow
And she lay on the bank, the wind light as a thief
And I kissed her goodbye, said, "All beauty must die"
And lent down and planted a rose between her teeth

They call me The Wild Rose
But my name was Elisa Day
Why they call me it I do not know
For my name was Elisa Day...



Τετάρτη 5 Σεπτεμβρίου 2007

Pain, suffering, and a great deal of pleasure...


Όταν δεν είχα τίποτα να χάσω, είχα τα πάντα. Όταν σταμάτησα να είμαι αυτή που είμαι, βρήκα τον εαυτό μου.


Όταν έζησα τoν υποβιβασμό και την πλήρη υποταγή, ήμουνα πραγματικά ελεύθερη. Έναν υποβιβασμό που ήταν πιο έντονος και πιο διαπεραστικός από οποιοδήποτε πόνο. Κι όμως, το μόνο που αισθανόμουνα ήταν απόλυτη ελευθερία, ότι είμαι ζωντανή. Σαν να συνέβη μια έκρηξη φωτός και ξαφνικά βρέθηκα να μπαίνω σε μια μαύρη τρύπα της ψυχής μου, όπου ο έντονος πόνος και η αγωνία σβήνουν προς απερίγραπτη ευχαρίστηση, ωθώντας με πέρα από τα όριά μου.


Ίσως να μην ήταν πραγματικότητα, να ήταν ένα όνειρο, ή από εκείνα τα πράγματα που συμβαίνουν μόνο μια φορά. Ξέρω ότι μπορώ να ζήσω και χωρίς αυτό, όμως θέλω να το ξαναζήσω, να πάω ακόμα πιο μακριά την επόμενη φορά.


Γιατί μόνο όταν έρθεις αντιμέτωπος με τα όριά σου, τον ίδιο σου τον εαυτό, μπορείς καταλάβεις τον άνθρωπο που στέκεται απέναντί σου.




Depeche Mode - A pain that i'm used to


I'm not sure what I'm looking for anymore

I just know that I'm harder to console

I don't see who I'm trying to be instead of me

But the key is a question of control


Can you say what you're trying to play anyway

I just pay while you're breaking all the rules

All the signs that I find have been underlined

Devils thrive on the drive that is fueled


All this running around, well it's getting me down

Just give me a pain that I'm used to

I don't need to believe all the dreams you conceive

You just need to achieve something that rings true


There's a hole in your soul like an animal

With no conscience, repentance, oh no

Close your eyes, pay the price for your paradise

Devils feed on the seeds of the soul


I can't conceal what I feel, what I know is real

No mistaking the faking, I care

With a prayer in the air I will leave it there

On a note full of hope not despair


All this running around, well it's getting me down

Just give me a pain that I'm used to

I don't need to believe all the dreams you conceive

You just need to achieve something that rings true


Δευτέρα 3 Σεπτεμβρίου 2007

Music, mic, lipstick and I'm on air...

Είναι περασμένα μεσάνυχτα, η playlist στο winamp παίζει για τρίτη συνεχόμενη φορά και το δεύτερο ποτήρι κόκκινο κρασί κοντεύει κι αυτό να τελειώσει. Τελικά καταφέρνω να ανεβάσω το πρώτο μου post. Καινούριο πράγμα το blogging για μένα αλλά δεν το βάζω κάτω. Απόψε είπα ότι θα το τελειώσω και ιδού!

Προσπαθώ να θυμηθώ πότε ήταν η τελευταία φορά που απορροφήθηκα τόσο πολύ με μια σκέψη όπως και αυτή που τριγυρίζει στο μυαλό μου εδώ και μέρες. Μια σκέψη που τελικά να γίνεται πράξη και να σε γεμίζει με τη γλύκα του ότι κάτι είναι δικό σου. Και η γλύκα υποχωρεί και τη θέση της παίρνει η ικανοποίηση όταν καταφέρνεις να αγγίξεις έστω και ένα άτομο εκεί έξω.

Αυτό θα επιδιώξω από εδώ ˙ θέλω να σε πλησιάσω, όχι να σε διδάξω, να ακούσεις τις μουσικές μου και να ακούσω τη φωνή σου. Γιατί εγώ θα μιλώ με μουσική και τις σκέψεις μου, τα υπόλοιπα τα αφήνω σε εσένα. Ελπίζω να σου αρέσει η μουσική μου, θα ακούσεις αρκετή αν παραμείνεις πιστός. Μην βιαστείς να με κρίνεις, εξάλλου "I'm just a fucked up girl looking for some peace of mind"…

Όσες φορές και να ακούσω τους Snow Patrol με τη Martha Wainwright στο Set the fire to the third bar πάντα θα μου θυμίζει τις πιο τρυφερές μου στιγμές, περίεργο για ένα τόσο "drama" τραγούδι. Ίσως γιατί όλες τους ήταν καταδικασμένες εξ αρχής...